"Από την Αθήνα της κρίσης στον Ταξιάρχη του σύκου" είναι ο τίτλος ενός καταπληκτικού ρεπορτάζ που υπογράφει η Νίκη Μαριάμ-Μύριαμ Όντι στην ιστοσελίδα Greek Reporter του συμπατριώτη μας Α. Παπαποστόλου.
Διαβάστε το:
Ο Μαρίνος Τούσερτ είναι άλλος ένας νέος πτυχιούχος που άφησε τη ζωή της κρισης στην Αθήνα για να αποκατασταθεί επαγγελματικά στο χωρίο του. Τα τελευταία χρόνια ο Μαρίνος ζει στον Ταξιάρχη Ευβοίας και ασχολείται με την παραγωγή σύκων.
Από την αρχαιότητα, τα αποξηραμένα σύκα θεωρούνταν η τροφή των γιγάντων και των ηρώων. Εξυπακούεται πως οι πραγματικοί λάτρεις των σύκων, τα καταναλώνουν όλη τη χρονιά στην αποξηραμένη τους μορφή.
Αν επισκεφτούμε το χωριό Ταξιάρχης στη Βόρεια Εύβοια, θα διαπιστώσουμε ότι ένας από τους πυλώνες της τοπικής οικονομίας είναι η παραγωγή σύκων. Εκεί, θα βρούμε και την φημισμένη οικογενειακή βιοτεχνία της Ουρανίας Μουσέτη, η οποία μεταποιεί ξηρά σύκα.
Πριν όμως ξεκινήσουμε το ταξίδι στον γευστικότατο κόσμο των αποξηραμένων σύκων και την ιστορία παραγωγής τους, αξίζει να πούμε δύο λόγια για το χωριό του Ταξιάρχη.
Καταρχήν, το χωριό αυτό δημιουργήθηκε από τη συνένωση του Χωριού «Άγιος Ιωάννης» όπου κατοικούσαν οι ντόπιοι και του χωριού «Μουρσαλί», που ιδρύθηκε από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Πρόκειται για ένα από τα πιο όμορφα, πράσινα και καθαρά χωριά της Εύβοιας.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί, πως ο Αρχάγγελος Μιχαήλ θεωρείται προστάτης τόσο του χωριού όσο και των κατοίκων του, καθώς κάτοικοι λένε πως η θαυματουργή εικόνα του έχει πραγματοποιήσει πλήθος θαυμάτων σε πολλούς πιστούς και σε διάφορες περιστάσεις.
Μεταξύ αυτών όμως, το χωριό φημίζεται ιδιαίτερα και για τα πολύ καλής ποιότητας φρέσκα και αποξηραμένα σύκα που παράγει, τα οποία και εξάγει.
Ο Μαρίνος Τούσερτ, προερχόμενος από πολύτεκνη οικογένεια με άλλα έξι αδέρφια, όλα αγόρια, σπούδασε στη Γυμναστική Ακαδημία Αθηνών, έχοντας κάνει μετέπειτα διάφορα σεμινάρια και μεταπτυχιακά πάνω στη διοίκηση αθλητισμού αλλά και έχοντας συμμετάσχει σε αγώνες επαγγελματικών κατηγοριών ποδοσφαίρου.
Ωστόσο, η οικονομική κρίση που χτύπησε την Ελλάδα, πλήττοντας παράλληλα και το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων, έφερε την ανεργία, η οποία με τη σειρά της έφερε ως αποτέλεσμα την αποκέντρωση.
Οι χιλιάδες νέοι που εγκαταλείπουν τις πόλεις, αναζητώντας καλύτερο μέλλον στην επαρχία, στρέφονται στη γεωργία κομίζοντας τις δικές τους ιδέες.
Κάτι τέτοιο συνέβη και στη περίπτωση του Μαρίνου. Βλέποντας πως η πρωτεύουσα δεν του παρείχε πλέον τη δυνατότητα για επαγγελματική απορρόφηση, πήρε την απόφαση να επιστρέψει στο χωριό του στην Εύβοια, και να εργαστεί στη βιοτεχνία σύκων της θείας του, μια αμιγώς οικογενειακή επιχείρηση.
Όντας άνεργος, η θεία του Ουρανία του έκανε πρόταση για εργασία στη παραγωγή, τον αγκάλιασε, τον στήριξε με δουλειά και όπως ο ίδιος αναφέρει η συνεργασία τους είναι άψογη και το κλίμα εξαιρετικά φιλικό και ευχάριστο.
Η οικοτεχνία της Ουρανίας, μετράει περίπου επτά χρόνια. Πρόκειται για μια οικοτεχνία, που βασίζεται στις μυστικές, σπιτικές παραδοσιακές συνταγές των τοπικών νοικοκυριών.
Μια οικοτεχνία ντόπιων παραγωγών, που είναι οικογενειακή, φροντισμένη και κυρίως προσανατολισμένη στην ποιότητα. Η ποικιλία μεγάλη, η γευστική απόλαυση δεδομένη, το εύρος ανεπανάληπτο! Μεταξύ των προιόντων που παράγει η οικοτεχνία, είναι η συκομαίδα, το συκόμελο, σύκα γεμιστά με καρύδι και αρωματισμένα με γλυκάνισο και κανέλα, σοκολατάκια σύκου και πάει λέγοντας… Αξίζει επίσης να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως τα παραπάνω προϊόντα εξάγονται και σε χώρες όπως η Γερμανία, η Σλοβενία, η Αγγλία και η Ιταλία.
Ρωτώντας τον Μαρίνο να μου πει δυο λόγια για τη καλλιέργεια του σύκου, μου απάντησε πως η ιστορία αυτή ανάγεται στα ευλογημένα και εύφορα χώματα της Μικράς Ασίας.
«Από διηγήσεις της γιαγιάς Χρυσώς μαθαίναμε ότι οι συκιές ήταν μεγάλες σαν πλατάνια και κάθε συκιά έβγαζε 10 καλάθια στο κάθε μάζεμα. Καμήλες γονάτιζαν και έπαιρναν το πολύτιμο φορτίο για την Ανατολή και από το λιμάνι της Σμύρνης το εξήγαγαν στην Ευρώπη.»
Μετά το διωγμό του 1922, οι πρόσφυγες στράφηκαν πάλι στη καλλιέργεια του σύκου. Δειλά δειλά στην αρχή άρχισαν να φυτεύονται τα πρώτα συκοπερίβολα και μετά την ευδοκίμηση και την απορρόφηση του σύκου από την αγορά έφθασαν να καλλιεργούνται χιλιάδες στρέμματα και να κατακλύζεται η αγορά από σύκα του Ταξιάρχη σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Συνεχίζει, μεταξύ άλλων, λέγοντας «Από τον καρπό αυτό, τίποτα δεν άφηναν οι γιαγιάδες μας να πάει χαμένο. Τα πρώτα σύκα συσκευάζονταν και προωθούνταν στο εμπόριο, αλλά και το σπίτι δεν το άφηναν αμέτοχο των γλυκών και των παραγώγων. Αλησμόνητες μας μένουν οι λιχουδιές από μαρμελάδα, πετιμέζι (το διατηρούσαν σε πήλινα κιούπια), φουρνιστά σύκα με καρύδι και σουσάμι και σουτζούκια από καρύδι και μούστο από σύκο.»
Σήμερα όλα αυτά αναβιώνουν και συσκευάζονται σε σύγχρονα συσκευαστήρια με όλες τις προδιαγραφές των αρμόδιων υπουργείων κατά παραδοσιακό τρόπο δίχως συντηρητικά και γίνονται ευρέως αποδεκτά από το καταναλωτικό κοινό.
Το σύκο όπως αποδεικνείεται εκτός από αγαπημένο φρούτο αποτελεί και σωτήρα -εν μέσω κρίσης- για το χωριό του Ταξιάρχη και την οικογένεια του Μαρίνου.