Μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας έκανε η δημοσιογράφος
Γιούλη Επτακοίλη της "
Καθημερινής" με τον
Χαλκιδέο «πρύτανη του ντιζάιν»
Δημήτρη Αρβανίτη και έκαναν μια καταπληκτική συζήτηση περί αισθητικής στον δημόσιο χώρο
«Θα συναντηθούμε στην οδό Μπενάκη. Μόλις περάσεις την Πανεπιστημίου, υπάρχει ένα καφέ, το Τaf, που κατά τη γνώμη μου έχει τον καλύτερο εσπρέσο στην Αθήνα. Και κοστίζει 1,40», μου είπε στο τηλέφωνο ο Δημήτρης Αρβανίτης, καταρρίπτοντας πριν καν συναντηθούμε το κλισέ «για να είναι κάτι καλό πρέπει να είναι ακριβό». Την επομένη βρεθήκαμε οι δυο μας να πίνουμε αρωματικό εσπρέσο, μια ποικιλία από τη Γουατεμάλα, λίγο πριν ξεκινήσουμε μια ωραία βόλτα στην Αθήνα, με στάσεις το Μετρό Πανεπιστήμιο, την Αιόλου, την Πραξιτέλους, την Ευριπίδου, την Αθηνάς. Η συζήτησή μας περιστράφηκε γύρω από το ντιζάιν και την αρχιτεκτονική, την αισθητική στον δημόσιο χώρο, το κέντρο της Αθήνας και τις όμορφες γωνιές που ακόμα μπορεί να βρει κανείς...
Αν πρέπει κάποιος να χαρακτηρίσει τον Δημήτρη Αρβανίτη, μπορεί απλώς να τον αποκαλέσει «πρύτανη του ντιζάιν».
Γεννήθηκε στη Χαλκίδα και σπούδασε ζωγραφική και γραφικές τέχνες. Εχει σχεδιάσει περιοδικά, εφημερίδες, εξώφυλλα δίσκων και βιβλίων, αφίσες, λογότυπα και γραμματοσειρές. Δίνει διαλέξεις και οργανώνει workshops για το ντιζάιν και το social design στην Ελλάδα και το εξωτερικό, είναι ένας άνθρωπος καλλιεργημένος και προσηνής. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν δύο βιβλία του, ένα για το social design με αφίσες για την κοινωνία και ένα με «Μικρές ιστορίες για το ντιζάιν».
Λειτουργικότητα
Ο περισσότερος κόσμος πιστεύει ότι το ντιζάιν πουλάει ομορφιά. «Το ντιζάιν δεν πουλάει ομορφιά», απαντάει ο Δημήτρης Αρβανίτης. «Πουλάει λειτουργικότητα και χρήση. Τώρα, αν εμπεριέχεται και η αισθητική, μα, σε όλη μας τη ζωή εμπεριέχεται. Δεν είναι, όμως, το βασικό στοιχείο, γιατί αν ήταν, το ντιζάιν θα γινόταν αυτοσκοπός της αισθητικής. Υπάρχουν ρεύματα, κυρίως μέσα από την αρχιτεκτονική και ιδιαίτερα την πολεοδομία τα οποία τάσσονται σε ένα, ας το πούμε δόγμα, που διατυπώνει τη θέση “more ethics less aesthetics’’ (περισσότερη ηθική, λιγότερη αισθητική). Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό».
Σώμα γραφιστικής
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Αρβανίτη, στην Ελλάδα έχουμε πολλούς και μορφωμένους γραφίστες, αλλά δεν υπάρχει σώμα γραφιστικής. Και εξηγεί: «H κουλτούρα ενός τόπου είναι διαμορφωμένη με τον ίδιο τρόπο που είναι διαμορφωμένη στη λήψη της τροφής. Εχουμε φαγητά όπως τα ρεβίθια που μας έρχονται από τον Ομηρο, αλλά σήμερα πιέζουμε τον εαυτό μας να δεχθεί μια τροφή, το σούσι ας πούμε, που δεν έχει καμία σχέση με τη συνήθειά μας. Δεν αντιλέγω ότι είναι ωραίο, ότι μπορεί να αρέσει σε κάποιον, όμως δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση ενός λαού. Στο ντιζάιν, οι πιτσιρικάδες γράφουν greeklish, βλέπουν τις δουλειές που κάνουν οι νεαροί Ολλανδοί ή οι Γιαπωνέζοι και μιμούμενοι αυτή τη δουλειά, τη μεταφέρουν σε ένα περιβάλλον που δεν της αρμόζει. Και όχι μόνο σε μορφικό επίπεδο, αλλά και στην ουσία. Στη σύγχρονη ζωγραφική μπορεί να δεις από νέα παιδιά σύμβολα όπως ένα ελάφι. Από κάπου το έχουν δανειστεί. Δεν έχουμε ελάφια ή τουλάχιστον τόσα πολλά ώστε να λειτουργήσουν σαν σύμβολα. Πιστεύω, λοιπόν, ότι όσο προχωράμε στην απόκτηση πληροφοριών τόσο δυσκολεύει το επάγγελμα του γραφίστα. Δεν πρέπει να φλυαρούμε. Η μόνη μας περιουσία σ’ αυτή τη ζωή είναι ο χρόνος». Ο Δημήτρης Αρβανίτης μπορεί να είναι αυστηρός δάσκαλος και κριτής, είναι όμως και δίκαιος.
«H διαφορά του μάρκετινγκ από το ντιζάιν είναι ότι όταν ένας ντιζάινερ θέλει να κάνει μια δουλειά για ένα καφέ λ.χ. θα προσπαθήσει να δείξει με ένα σχήμα, με εικόνες, την ομορφιά του συγκεκριμένου καφέ. Ο μαρκετίαρ θα βάλει το χέρι του να προσθέσει γεύση αμύγδαλου, να αλλάξει το προϊόν για να διευρύνει το τάργκετ γκρουπ του. Συχνά αποτυγχάνουν και δεν το καταλαβαίνουν και πολύ συχνά ευνουχίζουν και τους γραφίστες. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όπως στην αρχιτεκτονική έτσι και στη γραφιστική ένα έργο για να ολοκληρωθεί χρειάζεται τη σύμφωνη γνώμη του πελάτη. Εκεί χάνεται το παιχνίδι».
«Υπάρχουν βασικοί κανόνες στη γραφιστική;» ρωτάω τον Δημήτρη Αρβανίτη. «Υπάρχει ένα σχέδιο όχι μόνο να τοποθετείς τα πράγματα αλλά και να ξέρεις γιατί τα τοποθετείς. Για να διατηρήσεις, για παράδειγμα, μια φιλική σχέση με τον αναγνώστη μιας εφημερίδας, το βασικό είναι η ευαναγνωσιμότητα και μετά η διακόσμηση. Υπάρχουν κανόνες αλλά δεν ακολουθούνται, γιατί κανείς δεν τους διδάσκει. Εχει χαθεί το μέτρο, όταν, όμως, υπάρχει σε μια δουλειά το εισπράττει ο καθένας. Πριν από μερικά χρόνια είχε έρθει ένας φίλος μου τζαζίστας από τη Βοστώνη για μια συναυλία στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής. Θα έπαιζε σόλο πιάνο, progressive μουσική, ένα δύσκολο μουσικό είδος. Η είσοδος ήταν ελεύθερη και γι’ αυτό ήρθε πολύς κόσμος. Οταν άρχισε να παίζει ο φίλος μου, κάποιες γιαγιάδες που βρίσκονταν στο κοινό άρχισαν να χασκογελάνε. Σιγά σιγά ησύχασαν και άκουγαν με μεγάλη προσοχή. Στο τέλος ο μουσικός πήρε τρία μπιζ. Φαίνεται λοιπόν ότι ενυπάρχει το καλό, έστω και αν δεν το γνωρίζει κάποιος. Είναι αυτό που λένε ότι δεν μπορείς να αποφασίζεις για τον λαό».
Εικονορύπανση
«Μόλις πρόσφατα άρχισα να βλέπω δημοσιεύσεις για τη σημασία του διαχωρισμού μεταξύ γκράφιτι και εικονορύπανσης» μου επισημαίνει ο Δημήτρης Αρβανίτης, δείχνοντάς μου ένα κτίριο σχεδόν «κακοποιημένο» από το γκράφιτι και το τάγκινγκ. Η εικονορύπανση με ενοχλεί όσο και η ηχορύπανση, είναι έγκλημα και κρύβει και μια φασιστική λογική ότι σώνει και καλά πρέπει εγώ να δω αυτό το πράγμα που κάνει αυτός. Αυτός ενδεχομένως να πει με τη σειρά του “γιατί εγώ να βλέπω τις απαίσιες διαφημίσεις σας και τις παράνομες ταμπέλες’’, και σαφώς θα έχει δίκιο. Και καταλήγουμε σε μια κόντρα μεταξύ ενός άναρχου και ηλίθιου κράτους, με μερίδες πολιτών. Πρέπει, όμως, αυτά τα παιδιά να καταλάβουν ότι ο τρόπος που προσπαθούν να αλλάξουν αυτήν την κακή πόλη δεν την κάνει καλύτερη».
Γιατί νιώθετε περήφανος σε σχέση με την Αθήνα, ρωτάω τον Δημήτρη Αρβανίτη. «Τα καλύτερα δώρα που μας έγιναν τα τελευταία χρόνια είναι το μετρό και το Μουσείο Μπενάκη. Είναι κοσμήματα για την πόλη. Πρέπει να καμαρώνουμε γι’ αυτά. Ακόμη και η ιδέα της τοποθέτησης των έργων στο μετρό ήταν καταπληκτική. Οσο για τη σήμανση μέσα στους σταθμούς, όταν έχεις για οδηγό των σχεδιασμό του βρετανικού μετρό τότε δεν έχεις κανέναν λόγο να μην πατήσεις πάνω σ’ αυτόν. Τα πράγματα που προορίζονται για το δήμοσιο καλό επιτρέπουν τη μίμηση. Επίσης, λατρεύω το κέντρο της Αθήνας. Βρίσκεις ακόμη όμορφες γωνιές στην Ευριπίδου, την Αιόλου, την Ιερού Λόχου, την Παλλάδος, την Αβραμιώτη. Η αγορά δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην και πώληση. Είναι η χαρά της επαφής, η χαρά του να ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο και διαφορετικό.
Ειδικά σήμερα, που οι πόλεις είναι σαν να φοράνε το ίδιο κοστούμι. Είτε στην παραλία της Χαλκίδας είσαι είτε στην παραλία της Θεσσαλονίκης ή της Πάτρας, βλέπεις αμέτρητα τραπεζοκαθίσματα και κόσμο να κάθεται και να πίνει καφέ».
Η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ, η Alpha Bank
Ποια παλιά και ποια καινούργια λογότυπα ξεχωρίζει ο Δημήτρης Αρβανίτης; «Πρόσφατα, μελετώντας ξανά το παλιό λογότυπο της ΔΕΗ κατάλαβα τη σκέψη του δημιουργού. Την απόλυτη σχέση που είχε ο κεραυνός με τα τρία γράμματα. Ε, αυτό το υπέροχο λογότυπο τόλμησαν να το ανασχεδιάσουν και να παρουσιάσουν κάτι που δεν έχει καμία σχέση με το παλιό. Ο ΟΤΕ είναι επίσης ένα αρχετυπικό σύμβολο. Τα παλιά ΕΛΤΑ, που ήταν ένα πουλί γωνιασμένο και πάρα πολύ απλό. Κι αυτό το κακοσχεδίασαν. Δεν κατηγορώ αυτόν που σχεδιάζει. Κάποιος θα σχεδιάσει. Ευθύνη στους δημόσιους οργανισμούς έχει αυτός που διαλέγει. Βλέπετε τι συμβαίνει με το νέο λογότυπο του Μουσείου της Ακρόπολης. Ενα από τα καλύτερα λογότυπα που έχουν παρουσιαστεί πρόσφατα είναι της Alpha Bank. Βασίζεται σε μια έρευνα πάνω σε ένα αιγινήτικο νόμισμα, το πρώτο που κόπηκε στην Ελλάδα, και με μια σειρά βημάτων που ακολουθήθηκαν ο σχεδιαστής έφτασε σε ένα εμβληματικό αποτέλεσμα.