Με τον τίτλο «Η Ελλάδα εναντίον όλων», το αμερικανικό περιοδικό New Yorker, σκιαγραφεί το ομιχλώδες τοπίο των εξελίξεων στην Ευρωπαϊκή οικονομία, δίνοντας έμφαση στον κεντρικό ρόλο που θα διαδραματίσουν οι εκλογές της 17ης Ιουνίου στη μελλοντική διαμόρφωσή του, στην ενδεχόμενη λύση ή περιπλοκή του, και πιο συγκεκριμένα στο ενδεχόμενο ο ελληνικός λαός να ψηφίσει κόμματα τα οποία αντιτίθενται στα σκληρά μέτρα της «τρόικα», της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Με μια φωνή, όλοι (από τους ηγέτες των κρατών της ΕΕ και τον πρόεδρο Ομπάμα, μέχρι και τον τελευταίο οικονομολόγο) προειδοποιούν πως μια τέτοια εξέλιξη θα σημάνει την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ, αλλά και τη γενικότερη κλιμάκωση της κρίσης:
«Οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι ψηφοφόροι αποστρέφονται τους όρους της οικονομικής βοήθειας, ενώ την ίδια στιγμή αποστρέφονται και την ιδέα να εγκαταλείψουν το ευρώ. Η άρνησή τους στρέφεται περισσότερο προς το μνημόνιο που συνοδεύει τη συμφωνία οικονομικής βοήθειας και όχι προς την καθαυτό βοήθεια. Το πρώτο ευθύνεται για τη συρρίκνωση της Ελληνικής οικονομίας κατά 16%...
Πρώην πολίτες της μικρομεσαίας τάξης ψάχνουν στους σκουπιδοτενεκέδες για φαγητό κατά τη διάρκεια της νύχτας, για να μη γίνουν αντιληπτοί από τους γείτονές τους. Πράγμα που δείχνει καλά γιατί υπάρχει τέτοια άρνηση για το μνημόνιο. Ο παράγοντας εκείνος που ευνοεί την Ελλάδα είναι το γεγονός ότι για την ΕΕ μία πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα είναι περισσότερο ζημιογόνα απ' ό,τι μία εκ νέου οικονομική βοήθεια».
Το New Yorker αναφέρεται, επίσης, και στη δυσφορία που προκαλεί στη Γερμανία η αδυναμία των Ελλήνων να συμμορφωθούν με τα νέα δεδομένα, αλλά και στον εκνευρισμό που άφησε να φανεί μέσα από τις δηλώσεις της στην εφημερίδα Guardian η Κριστίν Λαγκάρντ σχετικά με το μέγεθος της φοροδιαφυγής στη χώρα μας:
«Τα δύο μεγάλα κόμματα υπέρ του μνημονίου, τα οποία κυβερνούσαν την Ελλάδα επί δεκαετίες, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν προσθέσει αφόρητα βάρη στις πλάτες της εργατικής τάξης, αφήνοντας άθικτο το κεφάλαιο. Κατέληξαν να πληρώνουν τα σπασμένα της φοροδιαφυγής όσοι πλήρωναν ήδη φόρους», αναφέρει το περιοδικό.
Εξίσου έντονος προβληματισμός όμως, σε συνάρτηση με το Ελληνικό «πρόβλημα» εκφράζεται και για την πολύ δυσκολότερη περίπτωση των τραπεζών της Ισπανίας – τέταρτης οικονομικής δύναμης στην Ευρώπη και δέκατης τρίτης παγκοσμίως – η οποία μόνο εφιάλτες μπορεί να προκαλέσει, δεδομένου ότι είναι πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει και την ίδια στιγμή πολύ μεγάλη για να επιχειρήσει η ΕΕ να τη σώσει:
«Το περίεργο με την κατάσταση του ευρώ είναι ότι η λύση της είναι οικονομικά προφανής: ομοσπονδιοποίηση του χρέους και διάχυσή του στη ζώνη του ευρώ, εισαγωγή ενός νέου ευρωζωνικού θεσμικού πλαισίου και κανόνων για την επίβλεψη της ρευστότητας και του χρέους, καθώς και δομικές μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την αγορά περισσότερο ανταγωνιστική».
Πρόκειται για ένα σενάριο, όμως, το οποίο απεύχονται τόσο οι Γερμανοί όσο και οι χρεωμένες χώρες: οι πρώτοι επειδή θα καταλήξουν να πληρώνουν το μεγαλύτερο μέρος του χρέους και οι δεύτερες επειδή κάτι τέτοιο σημαίνει εκχώρηση της δημοσιονομικής κυριαρχίας. Αντί αυτού, αυτό που συμβαίνει είναι η επιβολή, από την Μέρκελ, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αυστηρών μέτρων, τα οποία επιδεινώνουν την κατάσταση, δημιουργώντας ένα κλίμα έντασης, αλλά και προκαλώντας αλλαγές κυβερνήσεων στην Ιρλανδία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Φινλανδία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Ολλανδία. Αμελητέες όμως δεν είναι και οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης στην ίδια τη Γερμανία, καθώς ακόμη και οι ίδιοι οι Γερμανοί έχουν αρχίσει να δυσανασχετούν με τα μέτρα, θέτοντας εν κινδύνω τη θέση της Μέρκελ στις Γερμανικές εκλογές τον επόμενο χρόνο.
Γνωστή παγκοσμίως ως η πλουσιότερη χώρα στον κόσμο που δεν παράγει τίποτα, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να δημιουργήσει και να εξαγαγάγει, ασχέτως από το τι ακριβώς θα είναι αυτό. Η έξοδος από το ευρώ δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ασφαλή λύση, ενώ μία ενδεχόμενη παραμονή της συνεπάγεται αναγκαστικά τον εξωτερικό έλεγχο από τραπεζίτες και γραφειοκράτες, κάτι που θα βιωθεί ως απώλεια εθνικής κυριαρχίας, ως ήττα μετά από πόλεμο.
Τι μπορεί να κάνει κανείς όταν αντικρίζει μπροστά του τον γκρεμό;