Όσοι περπατάνε σε καθημερινή βάση, μειώνουν σημαντικά τις πιθανότητες να
νοσήσουν απο διαβήτη, ακόμη κι αν ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου, ή
έχουν προδιάθεση για την εμφάνιση της νόσου, διαπίστωσαν αμερικάνοι
επιστήμονες.
Η Αμάντα Φρετς, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον στο Σιάτλ, εξηγεί οτι αν και υπήρξαν προηγούμενες μελέτες που απέδειξαν ότι το πολύ περπάτημα συνδέεται με μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, ελάχιστες έρευνες έχουν μετρήσει ακριβώς πόσα βήματα κάνει κάποιος καθημερινά.
Η Φρετς και οι συνεργάτες της μελέτησαν περισσότερους απο 1.800 ανθρώπους οι οποίοι προέρχονταν από από κοινότητες των ΗΠΑ στην Αριζόνα, την Οκλαχόμα, την Βόρεια και τη Νότια Ντακότα, όπου είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι κάτοικοί τους έχουν πολύ μικρή σωματική δραστηριότητα και καταγράφονται υψηλά ποσοστά στα κρούσματα διαβήτη.
Στα πλαίσια της έρευνας ζήτησαν από τους ανθρώπους να φορέσουν ένα ποδόμετρο για μια εβδομάδα προκειμένου να μετρήσουν τον αριθμό των βημάτων που έκαναν κατά μέσον όρο καθημερινά.
Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά: Σχεδόν το ένα τέταρτο της ομάδας αυτής είχαν πολύ μικρή δραστηριότητα κάνοντας λιγότερα από 3.500 βήματα την ημέρα, ενώ οι μισοί από αυτούς έκαναν λιγότερα από 7.800 βήματα την ημέρα, όταν η σύσταση για καθημερινό περπάτημα συνήθως είναι το λιγότερο 10.000 βήματα.
Σχεδόν το 17% των ανθρώπων οι οποίοι είχαν την μικρότερη σωματική δραστηριότητα εμφάνισαν διαβήτη στα επόμενα 5 χρόνια, σε σύγκριση με το 12% εκείνων που έκαναν περισσότερα από 3.500 βήματα την ημέρα.
Λαμβάνοντας υπ΄όψιν κι άλλους παράγοντες όπως η ηλικία των εθελοντών, το αν ήταν καπνιστές κλπ, η ομάδα της Φρετς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που περπατούσαν περισσότερο είχαν 29% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαβήτη σε σχέση με τους υπόλοιπους. Το πως επηρεάζει το περπάτημα την εμφάνιση διαβήτη, εξηγεί η Φρέτς, λέγοντας ότι «Η αυξημένη σωματική δραστηριότητα μπορεί να προλάβει την αύξηση βάρους και να ενθαρρύνει την απώλεια βάρους,καθώς και να μειώσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, σημαντικό παράγοντα κινδύνου για διαβήτη».
Η Αμάντα Φρετς, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον στο Σιάτλ, εξηγεί οτι αν και υπήρξαν προηγούμενες μελέτες που απέδειξαν ότι το πολύ περπάτημα συνδέεται με μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, ελάχιστες έρευνες έχουν μετρήσει ακριβώς πόσα βήματα κάνει κάποιος καθημερινά.
Η Φρετς και οι συνεργάτες της μελέτησαν περισσότερους απο 1.800 ανθρώπους οι οποίοι προέρχονταν από από κοινότητες των ΗΠΑ στην Αριζόνα, την Οκλαχόμα, την Βόρεια και τη Νότια Ντακότα, όπου είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι κάτοικοί τους έχουν πολύ μικρή σωματική δραστηριότητα και καταγράφονται υψηλά ποσοστά στα κρούσματα διαβήτη.
Στα πλαίσια της έρευνας ζήτησαν από τους ανθρώπους να φορέσουν ένα ποδόμετρο για μια εβδομάδα προκειμένου να μετρήσουν τον αριθμό των βημάτων που έκαναν κατά μέσον όρο καθημερινά.
Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά: Σχεδόν το ένα τέταρτο της ομάδας αυτής είχαν πολύ μικρή δραστηριότητα κάνοντας λιγότερα από 3.500 βήματα την ημέρα, ενώ οι μισοί από αυτούς έκαναν λιγότερα από 7.800 βήματα την ημέρα, όταν η σύσταση για καθημερινό περπάτημα συνήθως είναι το λιγότερο 10.000 βήματα.
Σχεδόν το 17% των ανθρώπων οι οποίοι είχαν την μικρότερη σωματική δραστηριότητα εμφάνισαν διαβήτη στα επόμενα 5 χρόνια, σε σύγκριση με το 12% εκείνων που έκαναν περισσότερα από 3.500 βήματα την ημέρα.
Λαμβάνοντας υπ΄όψιν κι άλλους παράγοντες όπως η ηλικία των εθελοντών, το αν ήταν καπνιστές κλπ, η ομάδα της Φρετς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που περπατούσαν περισσότερο είχαν 29% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαβήτη σε σχέση με τους υπόλοιπους. Το πως επηρεάζει το περπάτημα την εμφάνιση διαβήτη, εξηγεί η Φρέτς, λέγοντας ότι «Η αυξημένη σωματική δραστηριότητα μπορεί να προλάβει την αύξηση βάρους και να ενθαρρύνει την απώλεια βάρους,καθώς και να μειώσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, σημαντικό παράγοντα κινδύνου για διαβήτη».